απογεματινός

απογεματινός

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "απογεματινός" в других словарях:

  • απογεματινός — ο βλ. απογευματινός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απογευματινός — κ. απογεματινός κ. απογιοματινός, ή, ό 1. αυτός που γίνεται απόγευμα ή έχει σχέση μ αυτό 2. φρ. «είμαι απογευματινός», εργάζομαι μόνο απόγευμα «θα πάω στην απογευματινή» (ενν. παράσταση θεάτρου). [ΕΤΥΜΟΛ. < απόγευμα. Η λ. μαρτυρείται από το… …   Dictionary of Greek

  • απογευματινός — απογευματινός, ή, ό και απογεματινός, ή, ό και απογιοματινός, ή, ό αυτός που γίνεται το απόγευμα: Λογαριάζουμε να πάμε στην απογευματινή παράσταση του θεάτρου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»